Το κείμενο αυτό δε θα ξεκινήσει με περιγραφές για το καθεστώς εξαθλίωσης στο οποίο τελούν οι πρόσφυγες και μετανάστες τον τελευταίο καιρό στον ελλαδικό χώρο. Τα καθεστωτικά μέσα έχουν φροντίσει να μας κατακλύζουν καθημερινά με τις «ανησυχητικές εικόνες των ροών» που συρρέουν στα νησιά και την Ειδομένη, διατυπώνοντας φιλανθρωπικές και ανθρωπιστικές κορώνες, αλλά φροντίζοντας κάθε φορά να επισημαίνουν το τελματώδες της κατάστασης και τα ασφυκτικά πλαίσια στα οποία καλούνται να ζήσουν οι Έλληνες και λοιποί Ευρωπαίοι. Το όλο ζήτημα παρουσιάζεται κυβερνητικά ως μια τεράστια «ανθρωπιστική κρίση», αποσιωπώντας ή πολύ περισσότερο ουδετεροποιώντας τα αίτια που οδήγησαν όλους αυτούς τους ανθρώπους εδώ. Και όχι δεν είναι η διάχυτη απειλή της τρομοκρατίας. Γιατί όσο κι αν αποκρύπτεται από τις κυρίαρχες αφηγήσεις, τα κράτη –δολοφόνοι και οι πολιτικές τους ευθύνονται για τις εικόνες των εκατομμυρίων ανθρώπων που βρίσκονται σε μια εξαθλιωμένη πορεία προς τη Δύση της «επαγγελίας». Το κρίσιμο προσφυγικό ζήτημα είναι απότοκο των πολεμικών–ανθρωπιστικών επεμβάσεων της Δύσης, των διαχρονικών αντιτρομοκρατικών εκστρατειών της, των οικονομικών– αποικιοκρατικών πολιτικών των ισχυρών έναντι των ανίσχυρων κρατών, της επιβολής καθεστώτων και δικτατοριών, των εμφύλιων διαμαχών, του θρησκευτικού–φυλετικού μίσους, της γενικής συνθήκης της φτώχειας και της εκμετάλλευσης. Είναι το άμεσο προϊόν της καπιταλιστικής βαρβαρότητας.
Και τα μιντιακά τσιράκια φροντίζουν να εξανθρωπίζουν στις συνειδήσεις το καπιταλιστικό αυτό έκτρωμα, να μιλούν για «ροές» αοράτων που έρχονται από μια άγνωστη Ανατολή και «συνωστίζονται» στην εξευγενισμένη Δύση, που αδυνατεί να τους χωρέσει όλους. Και το κομβικό σημείο σ’ αυτό το εμετικό έργο τους είναι η διάκριση μεταξύ προσφύγων και μεταναστών. Μια διάκριση που μεθοδεύει την παρανομοποίηση μεγάλου όγκου μεταναστών και τη νομιμοποίηση της κρατικής βίας πάνω τους. Έτσι, αποκρύπτεται η πραγματική διάσταση των κοινωνικο-πολιτικών προβλημάτων που κυριαρχούν στη Μ.Ανατολή, εγκαθιδρύεται -στο πλαίσιο μιας Ευρώπης-στρατοπέδου- η στρατιωτική διαχείριση πληθυσμών, μεταναστευτικών αλλά και ντόπιων, ενώ νομιμοποιείται μια επιλεκτική μα πάντα «ανθρωπιστική» διαχείριση, που δημιουργεί τεχνητούς διαχωρισμούς ανάμεσα στους ξεριζωμένους και εντείνει τα ρατσιστικά αντανακλαστικά απέναντι στους «παράνομους» μετανάστες. Μια διάκριση τελείως επίπλαστη, υπαγορευόμενη πλήρως από τα συμφέροντα της κυριαρχίας και άκρως επιθετική για τα συμφέροντα των από κάτω.
Η διαχείριση ωστόσο δεν εξαντλείται στην προπαγάνδα. Απαιτεί αλλά και εξυπηρετεί πολιτικές. Αφενός η κατάσταση των μεταναστευτικών ροών εξυπηρετεί την κυριαρχία, καθότι παρέχει τη δυνατότητα δημιουργίας και αξιοποίησης ενός πολύ φτηνού και αναλώσιμου εργατικού δυναμικού που θα στελεχώσει τα παραγωγικά γρανάζια των χωρών της ΕΕ. Πολιτικές που μεταφράζονται σε «ναυάγια», φράχτες, επαναπροωθήσεις και στρατούς. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ εφαρμόζοντας στην πράξη τον κρατικό ανθρωπισμό των κέντρων φιλοξενίας και των hot spot αποφασίζει με όρους ζωής ή θανάτου σε ποιον θα αναγνωρίσει όχι πλέον ένα προνομιακό καθεστώς θεσμικά κατοχυρωμένων δικαιωμάτων, αλλά εν τέλει την ίδια του την επιβίωση. Και το έργο της αυτό επιτελείται από δεκάδες ΜΚΟ που βγάζουν χρήματα από την περισσή «ανθρωπιά» τους. Όλη αυτή η βάρβαρη αντιμεταναστευτική διαχείριση γίνεται μέσα από το προσωπείο της αξιέπαινης «ελληνικής φιλοξενίας». Προσωπείο που μέρα με τη μέρα καταρρέει, με ανοιχτά κέντρα φιλοξενίας να μετατρέπονται μονομιάς σε κλειστά κέντρα κράτησης και τους «παράτυπους», κατά τα λεγόμενα του Τσίπρα, μετανάστες να «χρήζουν»…επαναπροώθησης. Πλέον βιώνουμε μια καθημερινότητα όπου οι άνθρωποι αντιμετωπίζονται απλά ως αριθμοί σε έναν μακρύ κατάλογο εισροών-εκροών από χερσαία & υδάτινα σύνορα. Χαρακτηριστικό εμετικό παράδειγμα η πρόσφατη συμφωνία Τουρκίας –Ε.Ε. που, μεταξύ άλλων, περιλαμβάνει πρόβλεψη για μετεγκατάσταση ενός πρόσφυγα στην ΕΕ έναντι καθενός πρόσφυγα που θα «επιστρέφεται» στην Τουρκία. Οι δολοφονικές αυτές «επιστροφές» έχουν ήδη τεθεί σε εφαρμογή,με τραγικό απολογισμό, ήδη από την 1η μέρα υλοποίησης τους, 2 απόπειρες αυτοκτονίας απελαθέντων στην Τουρκία μεταναστών, οδηγώντας στο θάνατο του ενός. Ουσιαστικά, πρόκειται για την εξαπόλυση ενός άνευ όρων και ορίων πολέμου εναντίον των εξαθλιωμένων, καταδικάζοντάς τους πλέον σε ένα καθεστώς απλής ύπαρξης, χωρίς καμία πολιτική ή κοινωνική αναγνώριση, γεγονός που επιτρέπει να γίνονται παζάρια στις πλάτες τους και να αντιμετωπίζονται ως εμπορεύματα προς ανταλλαγή αλλά και εξόντωση.
Η ευρωπαϊκή λύση περί του μεταναστευτικού που προωθείται όσο ποτέ άλλοτε είναι η δημιουργία μιας Ευρώπης–στρατοπέδου με ουσιαστικά βάρβαρες αντιμεταναστευτικές πολιτικές, με λιγότερο ή περισσότερο ανθρωπισμό στον πυρήνα τους. Τα έθνη- κράτη προσπαθώντας εναγωνίως να διαφυλάξουν την εθνική τους συνοχή, δημιουργούν τόπους εξαίρεσης, στρατόπεδα συγκέντρωσης μεταναστών, που βρίσκονται εντός, αλλά ουσιαστικά εκτός της κοινωνίας. Χιλιάδες εγκλωβισμένοι άνθρωποι υποβαθμίζονται σ’ένα καθεστώς απλής ύπαρξης και αορατοποιούνται. Στρατηγική που εφαρμόζεται και απ’την ελληνική κυβέρνηση μέσα από την επιλογή δημιουργίας στρατοπέδων συγκέντρωσης σε απομακρυσμένες /παραμεθόριες περιοχές που τελούν υπό την εποπτεία του στρατού, όπου οι αόρατοι όσο παραμένουν αόρατοι, δε διαταράσσουν την κανονικότητα και ομαλή ζωή των μεγαλουπόλεων. Χώροι εξαίρεσης όπου το «ξένο μολυσματικό στοιχείο» φυλακίζεται και εξουδετερώνεται, για να μην προλάβει να επιμολύνει την ελληνική και εκάστοτε εθνική καθαρότητα.
Όλον αυτόν τον καιρό, ιδιαίτερα μετά τα γεγονότα σε Παρίσι και Βρυξέλλες αλλά και με αφορμή ισχυρισμούς για «εγκληματικές ενέργειες μεταναστών», παρατηρούμε να καλλιεργείται σε ακόμη μεγαλύτερο βαθμό ο στιγματισμός των μουσουλμάνων. Ουσιαστικά, πλέον η αντιπαράθεση μπαίνει και σε μια λογική πολέμου πολιτισμών με τη Δύση, «το λίκνο της δημοκρατίας, της ελευθερίας, τη μητέρα του διαφωτισμού» να εξοπλίζεται και να θωρακίζεται απέναντι στην Ανατολή «του σκοταδισμού, της μισαλλοδοξίας , της θρησκοληψίας». Η επίκληση αυτή περί «πολέμου των πολιτισμών» δεν εξωτερικεύει μονάχα τον πόλεμο στην Ανατολή με στρατιωτικές επεμβάσεις, αλλά επαναφέρει και τον αντιτρομοκρατικό πόλεμο στο εσωτερικό των δυτικών κοινωνιών. Η αντιτρομοκρατική υστερία της Δύσης επεκτείνεται στην επιβολή ενός καθεστώτος εξαίρεσης που: στιγματίζει και εγκληματοποιεί το διαφορετικό, στοχοποιεί τα φτωχότερα κοινωνικά στρώματα, τις εκάστοτε επικίνδυνες τάξεις θέτοντάς τες στα όρια της παραβατικότητας και νομιμοποιεί τις εκάστοτε αντιτρομοκρατικές πολιτικές ενάντια στους εσωτερικούς εχθρούς, ανοίγοντας το δρόμο για τη διαχείριση ταραχών/εξεγέρσεων στο εσωτερικό των χωρών από εθνικούς ή υπερεθνικούς στρατούς(FRONTEX, ευρωπαϊκή ακτοφυλακή).
Είδαμε, λοιπόν, ότι όσο γρήγορα χτίστηκε το παραμυθάκι του κρατικού ανθρωπισμού και της περίφημης «ελληνικής ανθρωπιάς και φιλοξενίας» από την αριστερό-δεξιά κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, τόσο γρήγορα κατέρρευσε μέσα από την ατζέντα των επαναπροωθήσεων, των κλειστών στρατοπέδων κράτησης και την προσπάθεια αορατοποίησης χιλιάδων εγκλωβισμένων μεταναστών. Όσο χρήσιμο ήταν για το ντόπιο καθεστώς το περίφημο «κίνημα της κουβέρτας» τους προηγούμενους μήνες, άλλο τόσο χρήσιμες αποδεικνύονται πλέον οι ρατσιστικές «επιτροπές κατοίκων», τα ακροδεξιά τάγματα εφόδου και τα φασιστικά πογκρόμ ενάντια σε πρόσφυγες-μετανάστες όπως τα πρόσφατα γεγονότα σε Χίο και Λέρο. Η επίταση της αντιμεταναστευτικής πολιτικής επιχειρεί να βρει νέα ανθρωπιστικά προσωπεία ενώ αξιοποιεί ανοιχτά τα ρατσιστικά-ξενοφοβικά αντανακλαστικά της ελληνικής κοινωνίας ώστε να επιταχύνει και να νομιμοποιήσει τα κατασταλτικά πογκρόμ ενάντια σε μετανάστες/πρόσφυγες όπως πχ. οι σχεδιαζόμενες βίαιες εκκενώσεις του λιμανιού του Πειραιά και της Ειδομένης.
Όμως, στον πόλεμο αυτόν, οι εγκλωβισμένοι μετανάστες/πρόσφυγες δεν στριμώχνονται στη θέση που τους παραχωρείται, στη θέση του θύματος. Με μπλοκαρίσματα εθνικών οδών μπροστά από τις προσφυγουπόλεις στη Βόρεια Ελλάδα, με αυθόρμητες διαδηλώσεις σε κοντινές πόλεις πχ. Ιωάννινα, Αθήνα, με απεργίες πείνας ή καθιστικές διαμαρτυρίες μέσα στα «ανοικτά» κέντρα φιλοξενίας, με το μαζικό γκρέμισα των κλειστών κέντρων κράτησης πχ. Χίος, Σάμος, με την άρνησή τους να φύγουν από τους ανοιχτούς χώρους συγκέντρωσής τους πχ. λιμάνι Πειραιά, οι αόρατοι αποκτούν φωνή και υπόσταση διεκδικώντας τα αυτονόητα: ζωή, αξιοπρέπεια, ελεύθερη μετακίνησή.
Για εμάς, η φιλοξενία και η αλληλεγγύη μεταξύ των ανθρώπων, ντόπιων και μεταναστών, δεν είναι επαγγελματική ενασχόληση μέσω ΜΚΟ, δεν προϋποθέτει ευρωπαϊκά κονδύλια, δεν περιορίζεται στην «προσωρινότητα του προβλήματος». Δεν αναγνωρίζει εθνικούς, θρησκευτικούς, φυλετικούς και έμφυλους διαχωρισμούς αλλά τους πολεμά για να τους υπερβεί. Είναι κομμάτι του ευρύτερου κοινωνικού-ταξικού πολέμου ενάντια στη βαρβαρότητα κράτους και κεφαλαίου, την φτώχεια, τον πόλεμο, τον ρατσισμό, την υλική/πνευματική/ συναισθηματική υποτίμησή μας από κάθε μορφή εξουσίας. Ήδη, σε όλο τον ελλαδικό χώρο γεννιούνται μια σειρά αυτοοργανωμένων-κατειλημμένων δομών φιλοξενίας και αλληλεγγύης σε μετανάστες και πρόσφυγες που αμφισβητούν τον μονόλογο της κρατικής διαχείρισης που τους θέλει αόρατους και «παράτυπους», χωρίς δικαιώματα και υπόσταση. Απέναντι στα ψεύτικα δίπολα «νόμιμοι πρόσφυγες- παράνομοι μετανάστες» και «φιλοξενία-κράτηση», απαντάμε ότι κανένας άνθρωπος δεν είναι παράνομος, απαντάμε έμπρακτα με την διαμόρφωση γεφυρών ουσιαστικής επικοινωνίας, με την οικοδόμηση ισότιμων σχέσεων με σεβασμό στη διαφορετικότητα, με την δημιουργία κοινοτήτων συνύπαρξης, συμβίωσης και αγώνα ντόπιων και μεταναστών. Η αδιαπραγμάτευτη αλληλεγγύη στους αόρατους αυτής της κοινωνίας είναι επιλογή σύγκρουσης με τον κόσμο των συνόρων, των ρατσισμών και των εθνικισμών, της ταξικής εκμετάλλευσης, των κρατών και των πολεμικών μηχανών τους. Σύγκρουση που ανοίγει περάσματα αξιοπρέπειας, ανατροπής και ελευθερίας.