Εδώ και 2 χρόνια, οι δημόσιοι χώροι, πάρκα και πλατείες, μετατράπηκαν σε αποστειρωμένες ζώνες από την αστυνομοκρατία και τα περίφημα πρωτόκολλα υγείας του κράτους. Εκεί που η δραστηριοποίηση του ανθρώπου, τον καθιστά κοινωνικό και πολιτικό ον, εκεί που ικανοποιούμε τις ανάγκες μας για συναναστροφή και επικοινωνία, εκεί ακριβώς στρατοπέδευσε ο φόβος παρέα με την αστυνομία, ορθώθηκαν φραγμοί, μπήκαν λουκέτα και πρόστιμα. Και ενώ το κράτος επιχειρούσε να ελέγξει πλήρως την κοινωνική ζωή, ιεραρχούσε τις βασικές μας ανάγκες σε 6 κουτάκια επιβάλλοντας τον καταστροφικό εκβιασμό του “δουλειά-κατανάλωση-εγκλεισμός”.
Η παρουσία μας σε πλατείες/πάρκα βαφτίστηκε υγειονομικός κίνδυνος και όλοι-ες μας δυνάμει φορείς μόλυνσης. Η ζωή μας μετατράπηκε σε μια ναρκοθετημένη ζώνη με διαρκείς εντολές προς εμπέδωση στις κινήσεις, τις προτιμήσεις, τα μυαλά μας. Οι “συνηθισμένοι” ανθρώπινοι στόχοι της ΕΛ.ΑΣ (μετανάστες-με ή χωρίς χαρτιά-, εκδιδόμενες γυναίκες, νέοι με ‘‘αποκλίνουσα” συμπεριφορά/εμφάνιση, διαδηλωτές) γενικεύτηκαν και η καθολική καταστολή στόχευσε όσους διασκέδασαν, πολιτικοποιήθηκαν ή απλά αξιοποίησαν πάρκα και πλατείες ως αντίδοτο στον ασφυκτικό εγκλεισμό. Η ανάδυση μιας κοινωνίας-υγειονομικό στρατόπεδο όπου οι δημόσιοι χώροι έπρεπε να περιφραχθούν ως τόποι-λοιμοκαθαρτήρια, μετέτρεψε την απειθαρχία μας σε απειλή για την δημόσια υγεία-ασφάλεια.
Μήνες μετά την αστυνομική επιχείρηση “Καθαρές Πλατείες” στις γειτονιές (Αγ.Παρασκευή, Κυψέλη, Παγκράτι) και την προπαγάνδα περί κορονοπάρτι, συμπεραίνουμε ότι η υγειονομική εκστρατεία φόβου είναι ένα ακόμη όχημα για να καταστεί ο δημόσιος χώρος προσβάσιμος μόνο προς οικονομική εκμετάλλευση. Αίροντας την δυνατότητα καθολικής οικειοποίησης των δημόσιων χώρων από την κοινωνία, διαμορφώνεται συγκεκριμένο πλαίσιο αποδεκτών ή μη κοινωνικών συμπεριφορών σ’αυτούς ενώ οι κυρίαρχες εξουσίες οργανώνουν την επικείμενη κατάληψη των δημόσιων χώρων από τα επιχειρηματικά συμφέροντα.
Στις ανατολικές συνοικίες αποδείχτηκε περίτρανα ότι η οικειοποίηση των δημόσιων χώρων είναι άκρως θεραπευτική για την σωματική/ψυχολογική υγεία μας αλλά και χρήσιμη για την αμφισβήτηση της κρατικής διαχείρισης της ζωής μας. Σκοπευτήριο, Πανεπιστημιούπολη, άλσος Παγκρατίου, Υμηττός, πάρκα του Βύρωνα: ήταν χώροι που αναπνεύσαμε και περπατήσαμε ελεύθερα αλλά μετατράπηκαν και σε τόπους κοινωνικής αμφισβήτησης και κέντρα της δημόσιας ζωής. Εκεί κοινωνικοποιηθήκαμε άφοβα και τα παιδιά συνέχισαν να παίζουν ανέμελα, εκεί ξαναβρήκαμε τους χαμένους τηλε-συναδέλφους μας, εκεί στήθηκαν ξανά οι πρώτες κουβέντες, συνελεύσεις, διαδηλώσεις, δομές αλληλοβοήθειας. Εκεί κατέρρευσαν τα ψέμματα των ΜΜΕ, οι απειλές των ειδικών, ο τρόμος των διαγγελμάτων, μετατρέποντας αναπόφευκτα τουςδημόσιους χώρους σε πεδία κοινωνικό-πολιτικής σύγκρουσης.
Η σύγκρουση αυτή έχει συνέχεια. Το δόγμα “νόμος και τάξη” είναι η συνέχεια του κρατικού πολέμου ενάντια στις ταξικές μας ανάγκες και απορρέει από τις διαχρονικές επιδιώξεις των δημοτικών αρχών για την παράδοση του δημόσιου χώρου στα χέρια της οικονομικής κερδοσκοπίας. Το νέο μεγάλο project είναι η επιχειρούμενη ανάπλαση του Σκοπευτηρίου εν μέσω συνολικής αναδιάρθρωσης της γειτονιάς της Καισαριανής. Ο “φέρελπις” δήμαρχος Βοσκόπουλος αξιοποιώντας 40 εκ. ευρώ δημοσίου χρήματος, μετατρέπει την διδακτορική του διατριβή σε πρόταση ανάπλασης του ιστορικού χώρου του Σκοπευτηρίου. Πεζοδρομήσεις που συνδέουν την πλατεία με το Σκοπευτήριο, μουσειοποίηση των κτιριακών υποδομών του Σκοπευτηρίου, εγκατάσταση καμερών επιτήρησης και δημιουργία εισόδων ελεγχόμενης πρόσβασης βρίσκονται στον πυρήνα του σχεδίου που πρόσφατα ενέκρινε το δημοτικό συμβούλιο της πόλης. Το σχέδιο κοινωνικής αποδοχής του σχεδίου, μπήκε σε εφαρμογή ήδη εν μέσω καραντίνας όπου η μαζική οικειοποίηση του Σκοπευτηρίου από περίοικους στιγματίστηκε από τoν Δήμο ως υγειονομικά επικίνδυνη ενώ η προπαγάνδα τους αξιοποίησε συμπεριφορές που δεν σεβάστηκαν την φυσιογνωμία και ζωή του χώρου ώστε να πλασαριστεί το δημοτικό σχέδιο ανάπλασης (μαζί με την αστυνομική κατοχή της γειτονιάς) ως η μόνη
δυνατή λύση.
Πρόσφατα, ο δήμαρχος Χ.Βοσκόπουλος, κρυμμένος πίσω από την ΕΛ.ΑΣ, συμφώνησε στην αστυνομική απαγόρευση 2 πολιτιστικών/πολιτικών εκδηλώσεων στο Σκοπευτήριο (14&20/6) με πρόσχημα την όχληση των περίοικων από τις μεγαφωνικές εγκαταστάσεις των οργανωτών. Μ’ αυτό το πρόσχημα, ακόμα και σήμερα στρατοπεδεύει εντός και πέριξ του Σκοπευτήριου ένας ολόκληρος αστυνομικός στρατός κατοχής που κάνει επίδειξη δύναμης στην τοπική κοινωνία και προβαίνει σε 24ωρους ελέγχους ενώ ουσιαστικά καταλύει τον ελεύθερο και δημόσιο χαρακτήρα αλλά και την βαθιά αντιφασιστική φυσιογνωμία του τόπου. Η προωθούμενη ανάπλαση και η αστυνομική κατοχή από τα σύγχρονα τάγματα ασφαλείας του υπ. ΠΡΟ.ΠΟ. εκθέτουν τους εμπνευστές τους όχι μόνο απέναντι στις πραγματικές ανάγκες της τοπικής κοινωνίας αλλά και απέναντι στην παγκόσμια ιστορική ακτινοβολία του Σκοπευτηρίου ως χώρου μνήμης και αντίστασης. Και αναπόφευκτα θα αναμετρηθούν και με τις δύο.
Την ίδια τακτική ακολούθησε η συμμαχία κράτους-δημοτικών αρχών-ΕΛ.ΑΣ στους λόφους του Στρέφη και Φιλοπάππου, στο Πεδίο Άρεως και στα πανεπιστημιακά προαύλια (ΑΣΟΕΕ, Πολυτεχνείο, Νομική). Πρώτα κατέστειλε, με ή χωρίς πρόσχημα, δεκάδες αυτοοργανωμένες πολιτιστικές-πολιτικές πρωτοβουλίες έκφρασης ή και υλικής στήριξης και αλληλεγγύης (φυλακισμένους,άστεγους, πλημμυροπαθείς, μετανάστες). Μετά, συνέχισε να προωθεί “ανενόχλητη” τα ευρύτερα κερδοσκοπικά και κατασταλτικά σχέδια πάνω στις γειτονιές και τους δημόσιους χώρους της πόλης: ο Μπακογιάννης παραχωρεί την διαχείριση των λόφων Στρέφη και Φιλοπάππου σε ιδιωτικές εταιρείες, η τουριστικοποίηση των Εξαρχείων και του Κουκακίου προωθεί τον εξανδραποδισμό των κατοίκων τους, και η αστυνόμευση των ΑΕΙ επιβάλει την πειθάρχηση της νεολαίας.
Η συρρίκνωση των δημόσιων χώρων δημιουργεί συνθήκες κοινωνικής ασφυξίας μέσα στον μητροπολιτικό ιστό όπως ακριβώς
και η απομόνωση της ζωής και των σχέσεων μας πίσω από οθόνες, καθρέφτες, άγχη και εμπορεύματα. Αναθέτουμε τις ζωές μας σε διαχειριστές που αποδεικνύονται δυνάστες και αδιαφορούμε για τους δημόσιους χώρους αναθέτοντας την τύχη τους στους δήθεν προστάτες τους. Η απόσταση μεταξύ των ανθρώπων, αλλά και με τους χώρους που ζούμε, μας καθιστά ευάλωτους στα σχέδια των τοπικών εξουσιών, των επενδυτών, του αστυνομικού κράτους. Πάνω στην απόσταση των κοινωνικών σχέσεων, εξαπλώνονται τα τραπεζοκαθίσματα, δυναμώνουν οι μεγαφωνικές εγκαταστάσεις των συναυλιών και των κομματικών ομιλιών, οι αγώνες μπαίνουν στα μουσεία, οι αστυνομικοί έλεγχοι ρυθμίζουν την ζωή μας. Έτσι, γινόμαστε απλοί χρήστες των δημόσιων χώρων υποβιβάζοντας την αναψυχή, τις αναμνήσεις, το οξυγόνο και τις ελευθερίες που μας
προσφέρει πχ.το Σκοπευτήριο σε απλή αξία χρήσης που ίσως κάποτε απαιτηθεί αντίτιμο ή και έλεγχος για να τα έχουμε. Από την πλευρά μας, θεωρούμε ότι οι κάτοικοι και οι θαμώνες του Σκοπευτηρίου (και οποιουδήποτε άλλου δημόσιου χώρου)
μπορούν και πρέπει να γίνουν οι ίδιοι αρχιτέκτονες και καθαριστές του χώρου παίρνοντας τη ζωή, τη φυσιογνωμία και την προστασία του χώρου από κάθε λογής αποκομμένη διαχειριστική αρχή.
Οι δημόσιοι χώροι ήταν και παραμένουν κοινωνικά χρήσιμοι και ζωτικής σημασίας για τις γειτονιές μας. Αποτελούν πεδία ελεύθερης συνύπαρξης και παιχνιδιού, συλλογικής συνάντησης και πολιτικών ζυμώσεων και το μόνο που δεν χωρά σ ́αυτούς είναι οι ρατσιστικές διακρίσεις, οι σεξιστικές λογικές, κάθε λογής εξουσιαστική συμπεριφορά. Τους υπερασπιζόμαστε γιατί είναι τόποι συνάντησης και έκφρασης των κοινωνικών αντιστάσεων και της διαρκούς ανάγκης για ελευθερία απέναντι στην καταπίεση. Και είναι ανάγκη να αυτοοργανωθούμε ώστε να τους καταστήσουμε όχι μόνο δημόσιους αλλά και ελεύθερους. Αφήνοντας πίσω την λογική της ανάθεσης σε δημοτικές αρχές, να συνεργαστούμε , να αυτενεργήσουμε και να τους επανοηματοδοτήσουμε με εκδηλώσεις και δράσεις, σεβόμενοι τη ιστορική και φυσική τους φυσιογνωμία. Καλούμε τους κατοίκους των γειτονιών μας να περιφρουρήσουμε συλλογικά την ελεύθερη οικειοποίηση του χώρου του Σκοπευτηρίου. Μέσα από κοινότητες ζωής και αγώνα σε κάθε γειτονιά, να πάρουμε τις ζωές μας στα χέρια μας: από την συλλογική υπεράσπιση και αυτοδιαχείριση των δημόσιων χώρων στην γενικευμένη αυτοδιεύθυνση των γειτονιών μας και της ζωής μας.